Απόστολος Κυριακής Β' Ματθαίου (26-6-2010)

Ρωμ 2, 10-16

Ερμηνευτική απόδοση

«Αδελφοί, αξίζει δόξα και τιμή και ειρήνη στον καθένα που εργάζεται το αγαθό, πρώτα στον Ιουδαίο και μετά στον Έλληνα*, καθότι ο Θεός δεν κάνει διακρίσεις ανάμεσα στους ανθρώπους. Γι αυτό και όσοι αμάρτησαν μη έχοντας νόμο, θα χαθούν χωρίς να ληφθεί υπόψη ο νόμος, και όσοι αμάρτησαν έχοντας νόμο, θα κριθούν σύμφωνα με το νόμο. Διότι δεν είναι δίκαιοι για τον Θεό οι ακροατές του νόμου, αλλά εκείνοι που τον εφαρμόζουν. Επομένως, όταν οι εθνικοί, που δεν τους έχει δοθεί ο νόμος του Θεού, από τη φύση τους κάνουν όσα προβλέπει ο νόμος και αποτελούν οι ίδιοι για τον εαυτό τους νόμο, αποδεικνύοντας ότι έχουν γραμμένο το νόμο του Θεού στις καρδιές τους. Κι έτσι, όταν θα έρθει η ημέρα που ο Θεός θα κρίνει τις κρυφές σκέψεις και πράξεις των ανθρώπων, σύμφωνα με όσα σας ευαγγελίζομαι με τη χάρη του Ιησού Χριστού, γι αυτούς θα δώσει μαρτυρία η ίδια τους η συνείδηση και οι λογισμοί τους θα τους κατηγορήσουν ή θα απολογηθούν ενώπιον του Θεού.»

Σχόλια

Στην περικοπή αυτή από την προς Ρωμαίους επιστολή του Αποστόλου Παύλου, θίγεται ένα ερώτημα που κάνουν πολλοί χριστιανοί: με ποιόν τρόπο θα κρίνει ο Θεός τους ανθρώπους που δεν έχουν γνωρίσει το Ευαγγέλιο; 
1. Από την αρχή μας τονίζει ότι ο Θεός δεν είναι «προσωπολήπτης», δηλαδή δεν κάνει διακρίσεις ανάμεσα στους ανθρώπους. Δεν βλέπει πιο ευνοϊκά τους «δικούς του» και λιγότερο τους «άλλους», αλλά αγαπά εξίσου όλους τους ανθρώπους, ακόμα και εκείνους που αγνοούν ή αρνούνται την ύπαρξή Του. Δεν είναι εκδικητής ούτε τιμωρός, αλλά άπειρη αγάπη, που σαρκώθηκε και έπαθε και αναστήθηκε για να προσφέρει σε κάθε άνθρωπο την προοπτική της Αναστάσεως.
2. Επειδή ακριβώς ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης, γι αυτό και το βραβείο της δόξας θα το προσφέρει σε όλους τους ανθρώπους που πράττουν το αγαθό, ακόμα και σε εκείνους που αγνοούν το Ευαγγέλιο. Γιατί δεν είναι δίκαιος εκείνος που ακούει τον λόγο του Θεού, αλλά εκείνος που τον κάνει πράξη, που τον εφαρμόζει με έργα στην ζωή του.
3. Κι εκείνοι που αμαρτάνουν, που αστοχούν δηλαδή (κατά την αρχαιοελληνική σημασία του όρου) στην πραγματοποίηση του νόμου του Θεού; Αυτοί που έχουν αμαρτήσει θα κριθούν από τον Θεό, όχι όμως όλοι με το ίδιο μέτρο, αλλά σύμφωνα με τον νόμο που διαθέτουν.
4. Και για μεν τους πιστούς, νόμος είναι οι εντολές του Χριστού, το Ευαγγέλιο, η διδασκαλία Του, το παράδειγμά Του. Για όσους πάλι αγνοούν το νόμο του Θεού, ισχύει αυτό που σήμερα ονομάζουμε «φυσικό νόμο» και οι Πατέρες της Εκκλησίας χαρακτήρισαν ως «σπερματικό λόγο», δηλαδή την ανθρώπινη συνείδηση, το πρωταρχικό περί δικαίου αίσθημα και η διάκριση του αγαθού από το κακό, τα οποία είναι κοινά σε όλους τους ανθρώπους, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.
5. Επομένως, κατά την ημέρα της Κρίσεως, εμείς μεν θα κριθούμε με βάση την αλήθεια της πίστεώς μας, όπως μας την αποκάλυψε και μας την δίδαξε ο Ιησούς Χριστός, ο σαρκωθείς Υιός και λόγος του Θεού. Για όσους πάλι δεν γνώρισαν τον νόμο του Θεού, κριτής και συνήγορος θα είναι η φωνή της συνειδήσεώς τους, δηλαδή ο πρωταρχικός φυσικός νόμος, τον οποίο ο ίδιος ο Θεός έχει εμφυτεύσει στην ανθρώπινη φύση.


________________
*Οι χαρακτηρισμοί Ιουδαίος και Έλληνας που συναντάμε στην Καινή Διαθήκη, δεν έχουν εθνικό – φυλετικό περιεχόμενο, αλλά θρησκευτικό, όπως άλλωστε φαίνεται και στη συνέχεια των λόγων του Απ. Παύλου: αντιδιαστέλλονται δηλαδή εκείνοι που έχουν δεχτεί το Νόμο του Θεού (Ιουδαίοι) με αυτούς που δεν τον γνωρίζουν (Έλληνες ή Εθνικοί).


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου